Ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επανέφερε την ευρωπαϊκή «ανταγωνιστικότητα» στην οικονομική πολιτική με την έκθεσή του που δημοσιεύθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2024. Παρά τις αναλύσεις του που καταδεικνύουν την υστέρηση της ΕΕ απέναντι στις ΗΠΑ και την Κίνα σε προηγμένες τεχνολογίες, αρκετοί ειδικοί κρίνουν την προσέγγισή του αμφιλεγόμενη.
Στην έκθεσή του, ο Ντράγκι επικεντρώνεται σε ζητήματα καταγραφής και προτάσεων για την αύξηση της παραγωγικότητας της ΕΕ, αν και οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η εμμονή του στην «ανταγωνιστικότητα» ισοδυναμεί με μια επικίνδυνη νοοτροπία. Ειδικότερα, αναρωτιούνται γιατί δεν προτάθηκε μια ατζέντα «παραγωγικότητας και ανάπτυξης», παρά η διατήρηση του παλαιού όρου της «ανταγωνιστικότητας».
Η έκθεση αναγνωρίζει τη γραφειοκρατία και την έλλειψη χρηματοδότησης ως βασικούς παράγοντες που εμποδίζουν την καινοτομία, προτείνοντας επενδυτικό πρόγραμμα 800 δισ. ευρώ ετησίως. Ωστόσο, οι Βέρνερ Ράζα, Μίκαελ Έρτλ και Μίκαελ Σόντερ αναφέρουν ότι αυτό το ποσό είναι δύσκολο να συγκεντρωθεί, δεδομένων των πολιτικών προκλήσεων στην ΕΕ.
Πέρα από την οικονομία, η έκθεση καλεί σε μια πιο διεκδικητική εμπορική πολιτική και υποστηρίζει τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατιωτικού-βιομηχανικού τομέα, που οι ειδικοί κρίνουν υπερβολικό, δεδομένου της ισχύος άλλων χωρών, όπως η Κίνα. Η αμυντική πολιτική της ΕΕ, με δεδομένες τις τρέχουσες γεωπολιτικές προκλήσεις, αναμένεται να επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά, γεγονός που υποδηλώνει ότι η στρατηγική του Ντράγκι μπορεί να μην είναι βιώσιμη.
Επιπλέον, η έκθεση ενδέχεται να αδυνατεί να εστιάσει στις βελτιώσεις που χρειάζονται οι συνθήκες εργασίας και οι μισθοί, παραμένοντας προσκολλημένη μόνο στη βελτίωση των επιχειρηματικών παραμέτρων. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η ανάπτυξη ενός βιώσιμου μοντέλου για την ΕΕ απαιτεί την ενσωμάτωσή τους στους στόχους της οικονομικής πολιτικής.
Η αναγνώριση της ανάγκης για κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς όρους είναι κρίσιμη, καθώς οι προτάσεις του Ντράγκι εστιάζουν στην ανάπτυξη χωρίς ουσιαστικές αναφορές στην αντίκτυπό της στους πολίτες και στο περιβάλλον. Σημειώνεται ότι παρά την περιεκτική ανάλυση τού εν λόγω εγγράφου, έλλειψη στρατηγικής που να συνδυάζει τις ανάγκες της ανάπτυξης με αυτές της κοινωνικής δικαιοσύνης καθιστά άστοχες κάποιες από τις προτάσεις του.
Συνολικά, οι Ράζα, Έρτλ και Σόντερ καταλήγουν ότι, παρά την υπάρχουσα ανάλυση για πολυάριθμες βιομηχανίες, η έκθεση του Ντράγκι δεν καταφέρνει να προσφέρει μια πειστική και συνολική λύση στις τρέχουσες προκλήσεις της ΕΕ. Πηγή: tanea.gr