Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, μια ομάδα ινδών μαρξιστών ιστορικών, αναζητώντας να κατανοήσουν τις αντιφάσεις της ινδικής κοινωνίας και τα κενά του επίσημου αφηγήματος μετά την αποικιοκρατία, στραφήκαν στον Αντόνιο Γκράμσι και στην έννοια των υποτελών τάξεων και ομάδων. Έτσι, επαναστατούν στην ιστορία της σύγχρονης Ινδίας, περιγράφοντας μια κατάσταση απουσίας ηγεμονίας. Εξέφρασαν την ανάγκη για μια ιστοριογραφία που να αποτυπώνει την οπτική των υποτελών, αναγνωρίζοντας τους αγώνες τους και την ικανότητά τους για μετασχηματιστική δράση, μια προσέγγιση που αναδείχθηκε μέσα από τη συλλογική εργασία τους και κορυφώθηκε με την έκδοση των τόμων «Subaltern Studies» (Σπουδές των υποτελών).
Η Γκαγιάτρι Τσακραβόρτι Σπίβακ, μία από τις ξεχωριστές προσωπικότητες στην ομάδα αυτή, είχε ήδη σημαντική πορεία ως θεωρητικός της λογοτεχνίας. Η έκδοση το 1988 του κειμένου της «Can the Subaltern Speak» (Μπορούν να ομιλούν οι υποτελείς;) συνδύασε τα ερωτήματα των «Σπουδών των υποτελών» με το ενδιαφέρον της για τον Ζακ Ντεριντά. Το έργο αυτό, που κέρδισε επάξια τον τίτλο του «κλασικού», πρόσφατα κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις Ακυβέρνητες Πολιτείες με μετάφραση της Χλόης Κολύρη και του Παναγιώτη Τριτσιμπίδα.
Στην ανάλυσή της, η Σπίβακ ανέφερε ότι η κατανόηση των σχέσεων εξουσίας απαιτεί μια σκεπτική προσέγγιση για τις διασταυρώσεις μιας θεωρίας αναπαράστασης με την πολιτική οικονομία του παγκόσμιου καπιταλισμού. Σημείωσε την αδυναμία των δυτικών διανοουμένων να κατανοήσουν την κατάσταση του αποικιακού άλλου και στραφήκε σε ριζοσπαστικές θεωρίες, όπως αυτές του Ντελέζ και του Φουκώ, αναζητώντας τη δυνατότητα των καταπιεσμένων να έχουν λόγο.
Ωστόσο, η πρόκληση περιλαμβάνει την σιωπή των υποτελών και την αφηγηματική ακύρωση από τις κυρίαρχες ομάδες, μια κατάσταση ιδιαίτερα έντονη για τις γυναίκες. Σημειώνει ότι οι υποτελείς γυναίκες είναι ακόμη περισσότερο περιθωριοποιημένες. Η διαδικασία αυτή επιφέρει μια επιτακτική ανάγκη να αναγνωριστεί η φωνή του άλλου και της άλλης. Ειδικότερα, αναδεικνύει τη φιγούρα της γυναίκας που καταδικάζεται σε ένα βίαιο «πηγαινέλα» ανάμεσα στην παράδοση και τον εκσυγχρονισμό, καταργώντας την αποσιώπηση της φωνής του Άλλου.
Η Σπίβακ επικεντρώνεται σε μια ιδιαίτερη περίπτωση: την κατάργηση από τους Βρετανούς του εθίμου της αυτοπυρπόλησης των γυναικών. Ορίζει δύο ανταγωνιστικές αφηγήσεις που αλληλοαποκλείονται: εκείνη του εκσυγχρονιστικού λόγου της αποικιοκρατίας και εκείνη του ανεστραμμένου εθνοκεντρισμού. Συνδυάζει αυτή την ανάλυση με παραδείγματα, όπως την περίπτωση μιας γυναίκας που αυτοκτόνησε κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα, εκφράζοντας παράλληλα την πολυπλοκότητα των σχέσεων εξουσίας που προκύπτουν κυρίως λόγω του φύλου.
Με τις σκέψεις της, η Σπίβακ καλεί τον αναγνώστη να αναλογιστεί την ανάγκη για μια νέα προσέγγιση στη φωνή των υποτελών, ώστε να μπορέσουμε να ακούσουμε τον λόγο του άλλου, μέσα από μια προοπτική που αναγνωρίζει την πολυπλοκότητα και τις αντιφάσεις που διατρέχουν τις σχέσεις εξουσίας. Ανάμεσα στην πατριαρχία και τον ιμπεριαλισμό, το ερώτημα παραμένει αν οι υποτελείς μπορούν πράγματι να ομιλούν υπό την πίεση αυτών των παραγκωνισμένων συμφραζομένων.
Πηγή: tanea.gr